Γυναίκα Ηπειρώτισσα με τη σαρμανίτσα της ζαλικωμένη. Από το βιβλίο του Βασίλη Ι. Τσοπόκη: "Και πάλι θ' ανταμώσουμε" |
Εκεί μέσα, τυλιγμένο στα σπάργανά του, σε τρόπο που μόνο το κεφάλι μένει κάπως ελεύθερο, ξαπλώναν το μικρό, πάντοτε ανάσκελα. Αφού το έδεναν με μια ειδική μάλλινη παρδαλή τριχιά(φασκιά) που την περνούν πολλές φορές στις τρύπες που υπάρχουν επίτηδες στις ημικυκλικές πλαϊνές σανίδες, έτσι που να είναι αδύνατο να λυθεί από μοναχό του, το σκεπάζανε. Ήταν τόσο καλά στερεωμένο στη σαρμανίτσα, το μωρό ώστε πολλές φορές οι μανάδες βύζαιναν το μωρό στρέφοντας ελαφρώς αυτήν και το σώμα τους, χωρίς να ελευθερωθεί το μωρό. Για να μη πουμπωθεί (σκάσει) το μωρό , υπήρχε πάνω απ΄το κεφάλι του (εξάρτημα της κούνιας) ειδικό ξύλινο στεφάνι που το έλεγαν «κρόθο».
και νανουρίζοντάς το ταυτοχρόνως, αποκοιμιόταν. Το κούνημα της σαρμανίτσας γινόταν και με τα πόδια, όταν η μάνα είχε πιασμένα τα χέρια με γνέσιμο, μπάλωμα, ή πλέξιμο.
Όπως λέει και το ηπειρώτικο δημοτικό τραγούδι :
"Εγώ ν' ο μαύρος γέρασα κι εσύ θέλεις παιχνίδια.
Θέλεις στην κούνια βάλε με θέλεις στη σαρμανίτσα,
και με τα πόδια κούνα με και με τα χέρια πλέξε,
και με το στόμα Χάιδω μου γλυκά λογάκια λέγε….".
Το μικρό, ώσπου να περπάταγε καλά στα πόδια του, εκεί περνούσε τον πιο πολύ καιρό και μέσα σ΄αυτή το κουβάλαγε η μάνα του και στις δουλειές τις αγροτικές, ώρες μακρυά από το σπίτι και μαζί της το ΄δερναν κι αυτό οι βροχές και τα λιοπύρια, τα κρύα και οι αγέρηδες. Το 'παιρνε μαζί της ακόμα και στην εκκλησιά.
Βιβλιογραφία: Σπύρος Στούπης- Πωγωνησιακά και Βησσανιώτικα, Εκδόσεις Δωδώνη
Πηγή: "Ο ΠΥΡΡΟΣ" ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΗΠΕΙΡΩΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ ΑΤΤΙΚΗΣ