"Ανοίγω τα μάτια μου και αντικρύζω τη Γη του Πύρρου, τη μάνα μου.
Απλώνω τα χέρια μου ν' αγγίξω τ' αγριολούλουδα που καμαρώνουν για τ' αρώματά τους.
Παρασύρομαι στα νερά του Καλαμά, γκρεμίζομαι στ' αδίστακτα φαράγγια.
Μα πώς να περιγράψω τη γη μου, τη μάνα μου;
Κλείνομαι στην αγκαλιά της, κυλιέμαι στο χώμα της να βγάλω από τα σωθικά της το Χτες, να ζήσω το Σήμερα, να ονειρευτώ το Αύριο.
Ν' αφουγκραστώ τα μουρμουρητά της για τους ηρωισμούς και τα πισωγυρίσματα, για την καθημερινή ζωή των ανθρώπων της, για το μεροκάματο, το γέλιο, την αλήθεια τους.
Αποζητώ να λουστώ με το προαιώνιο Φως της, που ξεχύνεται πάνω της και την εγκαταλείπει κάθε νύχτα. Να θυμηθώ την ευωδιά της βροχής, την ώρα που ενώνεται με το χώμα.
Κρύβομαι στους ίσκιους των παλατανιών, με πόδια γυμνά δροσίζομαι σε μυστηριακά ρυάκια, στροβιλίζομαι σαν τις Νεράιδες που συντροφεύουν τον Πάνα και ανταποκρίνονται στο ερωτικό του κάλεσμα.
Βαφτίζομαι ξανά και ξανά στις πηγές της που θυμίζουν ότι τίποτα δεν χάθηκε σε τούτον τον τόπο, σ' αυτή την αγκαλιά από πέτρες που θέλει πότισμα με δάκρυα για να καρπίσει.
Και πώς να φανεί η ομορφιά της Θεσπρωτίας με γυμνά μάτια;
Μόνο η ψυχή μπορεί να τη νιώσει, μόνο λίγοι μπορούν να γευτούν τα κάλλη της, όσοι αναζητούν τον εαυτό τους, όσοι γεννήθηκαν μ' ένα μεγάλο βάσανο, όσοι έχουν κεντημένη μια βαθιά χαρακιά στα σπλάχνα τους.
Η Θεσπρωτία είναι τα κλαρίνα και τα βιολιά, είναι τα γελαστά πρόσωπα των παιδιών της το Δεκαπενταύγουστο, που την αναπολούν κάθε μέρα όταν βρίσκονται μακριά της. Ζει σε κάθε γλέντι και σε κάθε μοιρολόι, στη γέννηση και στο θάνατο. Είναι η Φύση, η μήτρα που γεννά τη ζωή, ο έρωτας, ο βαθύς πόνος και τελικά η επιστροφή στο χώμα.
Αν σταθείς τυχερός ξένε και δε σε προσπεράσει, τότε ο καημός της θα σε κυνηγά σε όλη σου τη ζωή......
...... γιατί αυτή είναι η Ήπειρος, ένα κομμάτι Ελλάδα, μιαν Άκρη στο νήμα του Ελληνισμού".
Απλώνω τα χέρια μου ν' αγγίξω τ' αγριολούλουδα που καμαρώνουν για τ' αρώματά τους.
Παρασύρομαι στα νερά του Καλαμά, γκρεμίζομαι στ' αδίστακτα φαράγγια.
Μα πώς να περιγράψω τη γη μου, τη μάνα μου;
Κλείνομαι στην αγκαλιά της, κυλιέμαι στο χώμα της να βγάλω από τα σωθικά της το Χτες, να ζήσω το Σήμερα, να ονειρευτώ το Αύριο.
Ν' αφουγκραστώ τα μουρμουρητά της για τους ηρωισμούς και τα πισωγυρίσματα, για την καθημερινή ζωή των ανθρώπων της, για το μεροκάματο, το γέλιο, την αλήθεια τους.
Αποζητώ να λουστώ με το προαιώνιο Φως της, που ξεχύνεται πάνω της και την εγκαταλείπει κάθε νύχτα. Να θυμηθώ την ευωδιά της βροχής, την ώρα που ενώνεται με το χώμα.
Κρύβομαι στους ίσκιους των παλατανιών, με πόδια γυμνά δροσίζομαι σε μυστηριακά ρυάκια, στροβιλίζομαι σαν τις Νεράιδες που συντροφεύουν τον Πάνα και ανταποκρίνονται στο ερωτικό του κάλεσμα.
Βαφτίζομαι ξανά και ξανά στις πηγές της που θυμίζουν ότι τίποτα δεν χάθηκε σε τούτον τον τόπο, σ' αυτή την αγκαλιά από πέτρες που θέλει πότισμα με δάκρυα για να καρπίσει.
Και πώς να φανεί η ομορφιά της Θεσπρωτίας με γυμνά μάτια;
Μόνο η ψυχή μπορεί να τη νιώσει, μόνο λίγοι μπορούν να γευτούν τα κάλλη της, όσοι αναζητούν τον εαυτό τους, όσοι γεννήθηκαν μ' ένα μεγάλο βάσανο, όσοι έχουν κεντημένη μια βαθιά χαρακιά στα σπλάχνα τους.
Η Θεσπρωτία είναι τα κλαρίνα και τα βιολιά, είναι τα γελαστά πρόσωπα των παιδιών της το Δεκαπενταύγουστο, που την αναπολούν κάθε μέρα όταν βρίσκονται μακριά της. Ζει σε κάθε γλέντι και σε κάθε μοιρολόι, στη γέννηση και στο θάνατο. Είναι η Φύση, η μήτρα που γεννά τη ζωή, ο έρωτας, ο βαθύς πόνος και τελικά η επιστροφή στο χώμα.
Αν σταθείς τυχερός ξένε και δε σε προσπεράσει, τότε ο καημός της θα σε κυνηγά σε όλη σου τη ζωή......
...... γιατί αυτή είναι η Ήπειρος, ένα κομμάτι Ελλάδα, μιαν Άκρη στο νήμα του Ελληνισμού".
(Ποίηση - Απαγγελία: Άννα Στεργίου. Αποτελεί το πρώτο εισαγωγικό κομμάτι στον συγκεκριμένο δίσκο)